- ἀστρομαντεία
- ἀστρο-μαντεία, ἡ, = sq., D.S.36.5.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αστρομαντεία — αστρομαντεία, η και αστρομαντική, η η πρόγνωση του μέλλοντος από την παρατήρηση των άστρων, αστρολογία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αστρομαντεία — και αστρομαντική, η (AM ἀστρομαντεία) η τέχνη του αστρομάντη, το να προλέγει κάποιος τα μέλλοντα με την παρατήρηση των άστρων … Dictionary of Greek
ἀστρομαντείας — ἀστρομαντείᾱς , ἀστρομαντεία fem acc pl ἀστρομαντείᾱς , ἀστρομαντεία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀστρομαντείαν — ἀστρομαντείᾱν , ἀστρομαντεία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀστρομαντείαις — ἀστρομαντεία fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek
άστρο — και άστρι και αστρί, το (AM ἄστρον) 1. το αστέρι 2. ο έξοχος, ο υπέροχος («αυτός είναι άστρο», «Ἀκροκόρινθον Ἑλλάδος ἄστρον») νεοελλ. 1. ο αστερισμός, το ζώδιο κάθε ανθρώπου («γεννήθηκε σε καλό άστρο») 2. α) «άστρο της ημέρας» ο ήλιος β) «άστρο… … Dictionary of Greek
ακτινομαντεία — η η αστρομαντεία* … Dictionary of Greek
προτέλεσις — έσεως, ἡ, Α η προφητεία τού μέλλοντος και τής τύχης τού ανθρώπου από τους αστέρες, αστρομαντεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < προτελῶ «εκτελώ προηγουμένως»] … Dictionary of Greek
σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek